back to top
- Δ Ι Α Φ Η Μ Ι ΣΗ -
- Δ Ι Α Φ Η Μ Ι ΣΗ -

Τα Τηνιακά ποιήματα του Ντίνου Σιώτη

του Αλέκου Ε. Φλωράκη
www.efsyn.gr

Ο Ντίνος και η «Ντήνος» (όπως προφέρεται το όνομα του νησιού από τους ντόπιους) δημιουργούν εκ προοιμίου μια σημαδιακή συνήχηση που αντανακλά τη σύζευξη του ποιητή Ντίνου Σιώτη με τον τόπο του. Διότι έρωτας είναι ο δεσμός του με τη γενέθλια γη· έρωτας-ρίγος που διαπερνά τους στίχους του· έρωτας-μνήμη που ανασύρει από την αχλύ τοπία και πρόσωπα· έρωτας-πόνος-μάχη, για τις πληγές των νέων καιρών.

Πέρα από τα ποιήματα του Σιώτη με αναφορά στην Τήνο, που βρίσκονται διάσπαρτα στις συλλογές του, τέσσερις από αυτές έχουν περιεχόμενο αποκλειστικά τηνιακό: Τήνος, ποιητική περίληψη (Νέα Υόρκη, 1997 και σε 2η έκδοση με φωτογραφίες του Αριστείδη Κοντογεώργη, 2010), Εισοδηματίες ανέμου (2008), «Είκοσι αδημοσίευτα ποιήματα για την Τήνο» στον τόμο Τηνιακά 4 (2010) και Τήνος· Επιστροφή κατά συρροήν, 2019). Στα χίλια περίπου υπολογίζει τα ποιήματα που έχει γράψει για το νησί του, όπως σημειώνει στο οπισθόφυλλο της τελευταίας συλλογής.

Ανατρέχοντας στις σελίδες των ανωτέρω τεσσάρων συλλογών του, διαπιστώνουμε αμέσως το πανόραμα των όψεων του γενέθλιου τόπου τις οποίες καλύπτουν. Οψεις που δεν περιορίζονται στην περιγραφή και στη μνήμη, αλλά συχνά εκτείνονται σε δεύτερο επίπεδο, συμβολικό και στοχαστικό. Από τις εικόνες και τις λέξεις αναδύεται ένας χρωματικός κόσμος, διαθλασμένος από τον φακό της ποιητικής τέχνης του δημιουργού του, χειροπιαστός και μαζί υπερβατικός. Εισδύει, αιχμαλωτίζοντας και τον αναγνώστη, στην αίσθηση ενός τόπου αλλοτινού και αεί παρόντος, που ζει και κινείται αυθύπαρκτα, όπως ο άνεμος. Τα ποιήματα αυτά χαρακτηρίζονται από τις γενικές αρετές της γραφής του Σιώτη: τη διέλευση από το έξω προς το έσω τοπίο, την ευρηματικότητα και το παιχνίδι των λέξεων, τις παρηχήσεις, την απρόσμενη εκδοχή, τα υπερρεαλιστικά στοιχεία, την καθαρότητα των μηνυμάτων. Συνθέτουν όμως και μια μουσική συμφωνία, αντάντε περασμένων καιρών και αλέγκρο μελλοντικών υποσχέσεων.

Ο χώρος του νησιού, φυσικός και πολιτισμικός, «χειροποίητος» κατά τον Καστοριάδη, προβάλλει μέσ’ από τους στίχους των τεσσάρων «τηνιακών» συλλογών. Απεικονίζεται αδρά, με σύντομους, άμεσους στίχους που επιτείνουν τη γοητεία των μυστικών του. Σε ατέλειωτη σειρά αποκαλύψεων περνούν από τα μάτια μας «ξωκλήσια, στάβλοι, αχυρώνες, ανυπεράσπιστοι όρμοι, παλμοί ερωτευμένων σε γεισώματα», ακολουθούν «πικροδάφνες που φλερτάρουν στις ρεματιές με τα ερείπια της πέτρας, τα λιγοστά δέντρα προς τη θάλασσα, οχιές, λαφίτες, φιδοφωλιές,… τα πανηγυράκια, τα χοιροσφάγια και τα ρακεζιά, οι τράτες που μεταναστεύουν τα δίχτυα, τα παραγάδια της σιωπής, οι πετονιές που διερμηνεύουν το κύμα», για να έρθουν ύστερα «το μάρμαρο, οι περιστεριώνες, οι αυλές, τα αλώνια, τα πυρωμένα άχυρα…, αμπέλια, αγρέλια, επαναλήψεις της φύσης… ματιές της ώρας, φευγάτη διάρκεια του σύμπαντος…, το μακρόσυρτο σφύριγμα του καραβιού που σχεδόν δεν έκρυβε τίποτε ή μάλλον τα έκρυβε όλα…, το κορμί τρέμοντας αδιάκοπα που προσμένει το θαύμα της Παναγιάς».

Στα ποιήματα αυτά του Σιώτη εγκλείονται αλλοτινές μέρες και πρόσωπα περασμένων καιρών, που όμως επιμένουν να ζουν· ζευγάδες, θαλασσινοί, φίλοι και συγγενείς, «τα δεκάχρονα αγόρια που έκαναν μακροβούτια απ’ τα καΐκια», η μάνα του η διακόνισσα, ο θείος που «έδειχνε πώς φτιάχνει το κερί, ο μπαμπάς στη φωτογραφία που έδειχνε τον ουρανό». Ανθρωποι του νησιού παρελαύνουν στη μνήμη, κουβεντιάζουν ακόμη στις γειτονιές. Είναι εδώ, υπάρχουν μαζί με την ιστορία του τόπου, τα χωριά, τις εξοχές, τις παλιές αφηγήσεις.

Ομως ο χρόνος παραμένει αδυσώπητος. Στις αλώβητες εικόνες του παρελθόντος αντιπαρατίθεται η σύγχρονη αλλοτρίωση, οι πληγές που χαρακώνουν τις πλαγιές με κτίρια εκτός κλίμακας, η εγκατάλειψη χωραφιών και αγροτικών κτισμάτων, η τουριστική μυθολογία και ο ταχύπλοος καλπασμός.

Ο ποιητής επιστρέφει στο νησί και δεν το αναγνωρίζει· επιστρέφει και δεν τον αναγνωρίζουν: «…ο ανεμόμυλος έχει / γίνει μπαρ κι εκεί που κάποτε αγωγιάτες / ξεφόρτωναν τσουβάλια στάρι και κριθάρι / τώρα τρίκυκλα ξεφορτώνουν κιβώτια με / ουίσκι ματαιοδοξίας οι καταστηματάρχες / θερίζουν τουριστικά είδη».

Ολόκληρη η ποιητική διαδρομή του Ντίνου Σιώτη, στο νησί και μακριά απ’ αυτό, στην Αθήνα και σε ξένους τόπους (Σαν Φρανσίσκο, Οντάριο, Νέα Υόρκη και Βοστόνη), σφραγίζεται από τη διαρκώς παρούσα γενέθλια νήσο. Γεννήθηκε, όπως ο ίδιος γράφει, «κοντά σε έναν ανεμόμυλο». Ισως γι’ αυτό αποκρυπτογραφεί τον τηνιακό άνεμο.

Η αίσθηση της εντοπιότητας είναι κυρίαρχη στα ποιήματά του. Δεν περιορίζεται σε μια γενική αφετηρία ή στη μεταφορά ενός απροσδιόριστου νησιωτικού τοπίου. Είναι συγκεκριμένη. Ανασύρει εικόνες βιωματικές, πρόσωπα που τα έζησε, γι’ αυτό και η αδιάκοπη καταφυγή του στις ρίζες, η άρδευση από τις πηγές. Αν και ως κοσμοπολίτης διαπλέει (κυριολεκτικά και ποιητικά) τον σύμπαντα κόσμο, ναυλοχεί μονίμως στα νερά του λιμανιού της Χώρας, ενδιατρίβει στα βόλτα και τις στοές του Τριπόταμου, στα λιβάδια και τις πεζούλες της Μέσης και μας μιλά: «Σκεφτόμουν να γράψω ένα ποίημα για την Τήνο / αλλά δεν ήξερα πώς ν’ αρχίσω, / έως τη στιγμή / που θυμήθηκα τις φραγκοσυκιές από αριστερά, / καθώς μπαίνει κανείς στο Βωλάξ, / κάθε φύλλο και μια σελίδα ιστορίας, / κάθε αγκάθι και μια άγραφη παράγραφος / στη λαξεμένη με σμίλη / πέτρα που βλεφαρίζει».

Οπου και να πάει (κατά παράφραση της Πόλης του Καβάφη) η Τήνος θα τον ακολουθεί.

* Εθνολόγος, λαογράφος, ποιητής

Ακολουθήστε το Tinos Today στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις τελευταίες & σημαντικές ειδήσεις της Τήνου

Newsletter

Τα Τηνιακά ποιήματα του Ντίνου Σιώτη

του Αλέκου Ε. Φλωράκη
www.efsyn.gr

Ο Ντίνος και η «Ντήνος» (όπως προφέρεται το όνομα του νησιού από τους ντόπιους) δημιουργούν εκ προοιμίου μια σημαδιακή συνήχηση που αντανακλά τη σύζευξη του ποιητή Ντίνου Σιώτη με τον τόπο του. Διότι έρωτας είναι ο δεσμός του με τη γενέθλια γη· έρωτας-ρίγος που διαπερνά τους στίχους του· έρωτας-μνήμη που ανασύρει από την αχλύ τοπία και πρόσωπα· έρωτας-πόνος-μάχη, για τις πληγές των νέων καιρών.

Πέρα από τα ποιήματα του Σιώτη με αναφορά στην Τήνο, που βρίσκονται διάσπαρτα στις συλλογές του, τέσσερις από αυτές έχουν περιεχόμενο αποκλειστικά τηνιακό: Τήνος, ποιητική περίληψη (Νέα Υόρκη, 1997 και σε 2η έκδοση με φωτογραφίες του Αριστείδη Κοντογεώργη, 2010), Εισοδηματίες ανέμου (2008), «Είκοσι αδημοσίευτα ποιήματα για την Τήνο» στον τόμο Τηνιακά 4 (2010) και Τήνος· Επιστροφή κατά συρροήν, 2019). Στα χίλια περίπου υπολογίζει τα ποιήματα που έχει γράψει για το νησί του, όπως σημειώνει στο οπισθόφυλλο της τελευταίας συλλογής.

Ανατρέχοντας στις σελίδες των ανωτέρω τεσσάρων συλλογών του, διαπιστώνουμε αμέσως το πανόραμα των όψεων του γενέθλιου τόπου τις οποίες καλύπτουν. Οψεις που δεν περιορίζονται στην περιγραφή και στη μνήμη, αλλά συχνά εκτείνονται σε δεύτερο επίπεδο, συμβολικό και στοχαστικό. Από τις εικόνες και τις λέξεις αναδύεται ένας χρωματικός κόσμος, διαθλασμένος από τον φακό της ποιητικής τέχνης του δημιουργού του, χειροπιαστός και μαζί υπερβατικός. Εισδύει, αιχμαλωτίζοντας και τον αναγνώστη, στην αίσθηση ενός τόπου αλλοτινού και αεί παρόντος, που ζει και κινείται αυθύπαρκτα, όπως ο άνεμος. Τα ποιήματα αυτά χαρακτηρίζονται από τις γενικές αρετές της γραφής του Σιώτη: τη διέλευση από το έξω προς το έσω τοπίο, την ευρηματικότητα και το παιχνίδι των λέξεων, τις παρηχήσεις, την απρόσμενη εκδοχή, τα υπερρεαλιστικά στοιχεία, την καθαρότητα των μηνυμάτων. Συνθέτουν όμως και μια μουσική συμφωνία, αντάντε περασμένων καιρών και αλέγκρο μελλοντικών υποσχέσεων.

Ο χώρος του νησιού, φυσικός και πολιτισμικός, «χειροποίητος» κατά τον Καστοριάδη, προβάλλει μέσ’ από τους στίχους των τεσσάρων «τηνιακών» συλλογών. Απεικονίζεται αδρά, με σύντομους, άμεσους στίχους που επιτείνουν τη γοητεία των μυστικών του. Σε ατέλειωτη σειρά αποκαλύψεων περνούν από τα μάτια μας «ξωκλήσια, στάβλοι, αχυρώνες, ανυπεράσπιστοι όρμοι, παλμοί ερωτευμένων σε γεισώματα», ακολουθούν «πικροδάφνες που φλερτάρουν στις ρεματιές με τα ερείπια της πέτρας, τα λιγοστά δέντρα προς τη θάλασσα, οχιές, λαφίτες, φιδοφωλιές,… τα πανηγυράκια, τα χοιροσφάγια και τα ρακεζιά, οι τράτες που μεταναστεύουν τα δίχτυα, τα παραγάδια της σιωπής, οι πετονιές που διερμηνεύουν το κύμα», για να έρθουν ύστερα «το μάρμαρο, οι περιστεριώνες, οι αυλές, τα αλώνια, τα πυρωμένα άχυρα…, αμπέλια, αγρέλια, επαναλήψεις της φύσης… ματιές της ώρας, φευγάτη διάρκεια του σύμπαντος…, το μακρόσυρτο σφύριγμα του καραβιού που σχεδόν δεν έκρυβε τίποτε ή μάλλον τα έκρυβε όλα…, το κορμί τρέμοντας αδιάκοπα που προσμένει το θαύμα της Παναγιάς».

Στα ποιήματα αυτά του Σιώτη εγκλείονται αλλοτινές μέρες και πρόσωπα περασμένων καιρών, που όμως επιμένουν να ζουν· ζευγάδες, θαλασσινοί, φίλοι και συγγενείς, «τα δεκάχρονα αγόρια που έκαναν μακροβούτια απ’ τα καΐκια», η μάνα του η διακόνισσα, ο θείος που «έδειχνε πώς φτιάχνει το κερί, ο μπαμπάς στη φωτογραφία που έδειχνε τον ουρανό». Ανθρωποι του νησιού παρελαύνουν στη μνήμη, κουβεντιάζουν ακόμη στις γειτονιές. Είναι εδώ, υπάρχουν μαζί με την ιστορία του τόπου, τα χωριά, τις εξοχές, τις παλιές αφηγήσεις.

Ομως ο χρόνος παραμένει αδυσώπητος. Στις αλώβητες εικόνες του παρελθόντος αντιπαρατίθεται η σύγχρονη αλλοτρίωση, οι πληγές που χαρακώνουν τις πλαγιές με κτίρια εκτός κλίμακας, η εγκατάλειψη χωραφιών και αγροτικών κτισμάτων, η τουριστική μυθολογία και ο ταχύπλοος καλπασμός.

Ο ποιητής επιστρέφει στο νησί και δεν το αναγνωρίζει· επιστρέφει και δεν τον αναγνωρίζουν: «…ο ανεμόμυλος έχει / γίνει μπαρ κι εκεί που κάποτε αγωγιάτες / ξεφόρτωναν τσουβάλια στάρι και κριθάρι / τώρα τρίκυκλα ξεφορτώνουν κιβώτια με / ουίσκι ματαιοδοξίας οι καταστηματάρχες / θερίζουν τουριστικά είδη».

Ολόκληρη η ποιητική διαδρομή του Ντίνου Σιώτη, στο νησί και μακριά απ’ αυτό, στην Αθήνα και σε ξένους τόπους (Σαν Φρανσίσκο, Οντάριο, Νέα Υόρκη και Βοστόνη), σφραγίζεται από τη διαρκώς παρούσα γενέθλια νήσο. Γεννήθηκε, όπως ο ίδιος γράφει, «κοντά σε έναν ανεμόμυλο». Ισως γι’ αυτό αποκρυπτογραφεί τον τηνιακό άνεμο.

Η αίσθηση της εντοπιότητας είναι κυρίαρχη στα ποιήματά του. Δεν περιορίζεται σε μια γενική αφετηρία ή στη μεταφορά ενός απροσδιόριστου νησιωτικού τοπίου. Είναι συγκεκριμένη. Ανασύρει εικόνες βιωματικές, πρόσωπα που τα έζησε, γι’ αυτό και η αδιάκοπη καταφυγή του στις ρίζες, η άρδευση από τις πηγές. Αν και ως κοσμοπολίτης διαπλέει (κυριολεκτικά και ποιητικά) τον σύμπαντα κόσμο, ναυλοχεί μονίμως στα νερά του λιμανιού της Χώρας, ενδιατρίβει στα βόλτα και τις στοές του Τριπόταμου, στα λιβάδια και τις πεζούλες της Μέσης και μας μιλά: «Σκεφτόμουν να γράψω ένα ποίημα για την Τήνο / αλλά δεν ήξερα πώς ν’ αρχίσω, / έως τη στιγμή / που θυμήθηκα τις φραγκοσυκιές από αριστερά, / καθώς μπαίνει κανείς στο Βωλάξ, / κάθε φύλλο και μια σελίδα ιστορίας, / κάθε αγκάθι και μια άγραφη παράγραφος / στη λαξεμένη με σμίλη / πέτρα που βλεφαρίζει».

Οπου και να πάει (κατά παράφραση της Πόλης του Καβάφη) η Τήνος θα τον ακολουθεί.

* Εθνολόγος, λαογράφος, ποιητής

Ακολουθήστε το Tinos Today στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις τελευταίες & σημαντικές ειδήσεις της Τήνου