back to top

Μ. Πέμπτη και Μ. Παρασκευή στην Τήνο

του Αλέκου Φλωράκη

Από τη Μεγάλη Πέμπτη αρχίζουν οι προετοιμασίες για το Πάσχα. Οι γυναίκες βάφουν τα κόκκινα αβγά. Κόκκινα αβγά έβαφαν πολλοί λαοί και στην αρχαιότητα, στις ανοιξιάτικες γιορτές, ως σύμβολο γονιμότητας και αναγέννησης της φύσης. Το έθιμο στο Χριστιανισμό συμβολίζει το αίμα του Χριστού και εκφράζει τη χαρά για την ανάστασή του. Η παράδοση λέει ότι «όταν αναστήθηκε ο Χριστός, το είπαν μιας χωριανής και δεν το πίστευε. Μόνο αν γίνουν κόκκινα τ’ αβγά που βαστώ –είπε– θα το πιστέψω. Και τα αβγά βάφτηκαν αμέσως κόκκινα!».

Τη μέρα αυτή ζυμώνουν επίσης τα κουλουράκια και τα τσουρέκια. Παλαιότερα, ετοίμαζαν ειδικά τσουρέκια για τα παιδιά, τις «βλαχούλες» για τα κορίτσια και τους «αξιωματικούς» για τα αγόρια. Απαραίτητο γλύκισμα της Λαμπρής παραμένουν οι τυρόπιτες, από ανάλατη τηνιακή μυζήθρα: τα «τσιμπητά τυροπιτάκια» ή όπως τα λένε στα Έξω Μέρη «λυχναράκια», σε φύλλο στρογγυλό και τσιμπημένο δαντελωτά με τα δάχτυλα, τα «σκεπασταράκια» και οι «σκεπαστές».

Το βράδυ, παρακολουθούν όλοι από νωρίς τα «δώδεκα ευαγγέλια», παρά το μεγάλο μήκος της ακολουθίας: «Μεγάλη Πέμπτη, ποιος δύναται να στέκει!».

Το πένθος των ημερών φτάνει στο αποκορύφωμά του τη Μεγάλη Παρασκευή. Οι άνθρωποι προσπαθούν να συμμεριστούν το πάθος του Θεανθρώπου: «Τη Μεγάλη Παρασκευή δεν πρέπει να ζυμώσεις ούτε να μαγειρέψεις. Μόνο φακές κάνει να μαγειρέψεις αποβραδίς, που ’χουν γλυκάδι (ξίδι). Πρέπει να φας γλυκάδι κείνη τη μέρα, γιατί δώκαν του Χριστού, και μαρούλι ή πικρά χόρτα». Παλαιότερα, έψελναν οι γριές για την ψυχή τους το «Μοιριολόι της Παναγίας», πολύστιχο ποίημα σε αργό, βυζαντινό μέλος, που αναφέρεται στη σταύρωση του Κυρίου και στο θρήνο της μητέρας του:

Για την Αγία Σαρακοστή, τις άγιες ημέρες
που λειτουργάν οι εκκλησιές και ψέλνουν οι ψαλτάδες
και λένε το Άγιος ο Θεός, το κύριο Βαγγέλιο
κι όποιος το λέει σώζεται κι όποιος τ’ ακούγει αγιάζει
κι όποιος το καλαφουγκραστεί παράδεισος θα λάβει.
Η Παναγία η Δέσποινα κάθουνταν μοναχή της,
την προσευχή της ήκανε για το Μονογενή της.
Ακούει βροντές, βλέπει αστραπές και ταραχή μεγάλη,
βγαίνει να δει στην πόρτα της, βγαίνει και στη αυλή της.
Βλέπει τον Αϊ-Γιάννη κι έρχεται κλαμένος και δαρμένος
κρατάει και στο χέρι του μαντίλι ματωμένο (…).
Το δάσκαλό μου πιάσανε οι σκύλοι οι Οβραίοι,
σαν κλέφτη τονε πιάσανε και σα φονιά τον πάνε (…) κ.λπ.

Στους ναούς των καθολικών τελείται και σήμερα το μεσαιωνικό έθιμο των «Μυστηρίων του Πάθους» ή τα κοινώς λεγόμενα «καντράκια». Είκοσι εννέα εργαλεία και αντικείμενα σχετιζόμενα με το πάθος του Χριστού, ζωγραφισμένα σε ξύλο ή χαρτόνι (καντράκια), υψώνονται διαδοχικά στο μέσον της εκκλησίας κρατημένα από παιδιά, ενώ παράλληλα ψάλλονται ομοιοκατάληκτα τετράστιχα σε λαϊκή γλώσσα. Προηγούνται ανάλογα ποιήματα, επίσης στο τοπικό ιδίωμα, ο «Θρήνος του Εσταυρωμένου» και ο «Θρήνος της Παναγίας της Πονεμένης».

Οι ενορίες και τα χωριά συναγωνίζονται για τον καλύτερο επιτάφιο. Τον στολίζουν λεύτερα κορίτσια με «μαντιές» (βιολέτες) και πρασινάδες –σήμερα πλέον με λουλούδια του ανθοπωλείου. Το βράδυ, στη «γύρα», ο κόσμος ακολουθεί με αναμμένα κεριά. Υπάρχει η πίστη ότι όσο δυνατό αέρα κι αν έχει, την ώρα της περιφοράς θα πέσει για να μην τα σβήσει. Στα κατώφλια και στις αυλές των σπιτιών οι γυναίκες θυμιάζουν και πετούν λουλούδια. Πάνω στις πεζούλες ανάβουν κεριά, το ένα δίπλα στο άλλο, και, παλαιότερα, μεγάλες φωτιές με μπάλες από το υλικό που μένει κάτω-κάτω στα βαρέλια του κρασιού.

Στη Χώρα, «τα επιτάφια» των τεσσάρων ενοριών και της Παναγίας συγκεντρώνονται στην παραλιακή πλατεία, όπου γίνεται κοινή δέηση. Προπορεύεται η φιλαρμονική του Ιερού Ιδρύματος της Ευαγγελίστριας. Ύστερα, κάθε επιτάφιος συνεχίζει τη γύρα του στις γειτονιές της ενορίας. Τις τελευταίες δεκαετίες έχει καθιερωθεί, ο επιτάφιος του Αγίου Νικολάου-Αγίου Ελευθερίου να φτάνει έως την παραλία Καλάμια και να μπαίνει στη θάλασσα, μαζί με τον ιερέα, τους ψάλτες και τα παιδιά που κρατούν τα φαναράκια και τα εξαπτέρυγα. Εκεί, μέσα στο νερό, γίνεται δέηση για τους «εν ναυαγίω πνιγέντας» και αιτείται η προστασία των πλεόντων από τον προστάτη τους Άγιο Νικόλαο.

Η γύρα της Παναγίας περνά και από το νεκροταφείο, φωτισμένο από τα καντήλια όλων των τάφων, όπου αναπέμπεται δέηση για τους κεκοιμημένους. Επιτάφιος περιφέρεται και από την καθολική ενορία, όμοιος με εκείνους των ορθοδόξων ενοριών. Μετά το τέλος της ακολουθίας, γυναίκες αλλά και άντρες και παιδιά ξεκινούν νύχτα, κρατώντας φαναράκια, και «ανάβουν τα ξωκλήσια», δηλαδή τα καντήλια των ξωκλησιών, με το φως του επιταφίου.

Ακολουθήστε το Tinos Today στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Newsletter