
Γράφει ο Γιάννης Π. Αλαβάνος, Δικηγόρος
Η «ιερή» επένδυση και η δήθεν αξιοποίηση της πρώην Ιερατικής Σχολής
Μετά από 6 μήνες εξελίξεων, σχετικά με τα θέματα του ΠΙΙΕΤ, ιδιαίτερα με τις σχέσεις ΠΙΙΕΤ και Αποστολικής Διακονίας, θα ήθελα να σας ενημερώσω για τις νομικές πτυχές, αλλά και την εξέλιξη των θεμάτων αυτών.
Όπως είναι ήδη γνωστό η Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ), ελεγχόμενο πλήρως από τη Διοίκηση της Εκκλησίας. Είναι δηλαδή ο μακρύς «ιερός βραχίονάς» της.
Το ΠΙΙΕΤ, σύμφωνα με το νόμο, έχει την υποχρέωση καταβολής κάθε χρόνο, εισφοράς 5% επί των ακαθάριστων εσόδων του στην Αποστολική Διακονία, επιπλέον δε και για το λόγο ότι λειτουργούσε Ανώτερο Εκκλησιαστικό Φροντιστήριο (Ιερατική Σχολή) σε χώρο 5 στρεμμάτων δίπλα στον Ιερό Ναό, που παραχωρήθηκε από το ΠΙΙΕΤ προς την Αποστολική Διακονία. Το Φροντιστήριο αυτό λειτούργησε μέχρι το 2010.
Καμία ΔΕ του ΠΙΙΕΤ, μέχρι το 2019 δεν ήθελε να καταβάλει τις εισφορές προς την Αποστολική Διακονία, έχοντας τη γνώμη ότι δεν πρέπει να καταβάλλονται, και πολύ ορθά κατά την γνώμη μου. Από λάθος χειρισμούς και επιλογές της ΔΕ του ΠΙΙΕΤ που οδήγησε την υπόθεση αυτή στα Δικαστήρια, ήταν εκ των προτέρων βέβαιο ότι το ΠΙΙΕΤ θα έχανε την υπόθεση αυτή, αφού ο νόμος ρητά προέβλεπε την εισφορά του 5%. Έτσι αντί μίας συμφωνίας με τη Διοίκηση της Εκκλησίας και τη κυβέρνηση, ώστε να υπάρξει νομοθετική λύση και κατάργηση της απαράδεκτης αυτής εισφοράς, οι κατά καιρούς ΔΕ επέλεξαν την οδό του Δικαστηρίου και έτσι εξεδόθησαν κατά του ΠΙΙΕΤ, αποφάσεις οι οποίες επέβαλαν κατά αυτού μέχρι το 2010 ποσό μαζί με τους τόκους ανερχόμενο περίπου σε 4 εκατομμύρια ευρώ.
Όταν ήρθε η ώρα της είσπραξης των ποσών αυτών από την Αποστολική Διακονία, η Διοίκηση της Εκκλησίας μας εξέπληξε, δείχνοντας ένα απαράδεκτο πρόσωπο, προχωρώντας σε μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του ΠΙΙΕΤ και δίνοντας παράλληλα εντολή στην εφορία Σύρου να εισπράξει τα ποσά αυτά, δεσμεύοντας και προχωρώντας σε κατάσχεση στους τραπεζικούς λογαριασμούς του ΠΙΙΕΤ και μάλιστα εν μέσω πανδημίας (Μάρτιος 2020). Αγνόησε δηλαδή ότι το ΠΙΙΕΤ είναι ένα εκκλησιαστικό ίδρυμα που εν γένει πάντοτε εξεπλήρωνε τις υποχρεώσεις του, τόσο προς το Δημόσιο όσο και προς ιδιωτικούς φορείς, συνεργαζόμενο πάντοτε άψογα με τη Διοίκηση της Εκκλησίας.
Ο Δήμος Τήνου και ο Δήμαρχος κ. Γιάννης Σιώτος, προκειμένου να βρεθεί λύση στο όλο θέμα και αντιλαμβανόμενος τις ευθύνες του Δήμου Τήνου, που άλλωστε έχει έννομο συμφέρον στα του ΠΙΙΕΤ, ανέλαβε σειρά πρωτοβουλιών, μεταξύ των οποίων:
1. Ανοικτή συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου Τήνου στο Πνευματικό Κέντρο του ΠΙΙΕΤ στην πόλη της Τήνου, τέλος Ιουνίου 2020, με τη συμμετοχή της κ. Επάρχου, των μελών της ΔΕ του ΠΙΙΕΤ αλλά και των διατελεσάντων Επάρχων, Δημάρχων και αντιπροέδρων της ΔΕ. Εκεί έγινε ενημέρωση και ανταλλαγή απόψεων και το Δημοτικό Συμβούλιο ομόφωνα αποφάσισε να συνταχθεί οικονομοτεχνική μελέτη με εντολή της ΔΕ του ΠΙΙΕΤ, από ειδικούς επιστήμονες, οι οποίοι αφού προχωρήσουν σε μελέτη της κατάστασης και διατυπώσουν τις απόψεις τους για τις αιτίες της κακής οικονομικής κατάστασης του ΠΙΙΕΤ, να καταλήξουν σε προτάσεις για τη σωτηρία του και την οικονομική επιβίωσή του.
2. Η δεύτερη πρωτοβουλία του Δημάρχου ήταν η εντολή προς τον γνωστό καθηγητή κ. Νίκο Αλιβιζάτο, να συντάξει κείμενο -τροπολογία, η οποία αφού συζητηθεί από τη Διοίκηση της Εκκλησίας της Ελλάδος, την Αποστολική Διακονία, το ΠΙΙΕΤ και το Δήμο Τήνου, να προταθεί στην κυβέρνηση για ψήφιση στη Βουλή. Σύμφωνα με την τροπολογία αυτή προτείνεται να διαγραφούν οι τόκοι, οι προσαυξήσεις, αλλά και το ήμισυ του επιδικασθέντος ποσού προς την Αποστολική Διακονία, να επιστραφεί από αυτήν η παραχωρηθείσα από το ΠΙΙΕΤ έκταση 5 στρεμμάτων, όπως τα κτίρια του Ανωτέρου Εκκλησιαστικού Φροντιστηρίου (Ιερατική Σχολή), η οποία από το 2010 δεν λειτουργεί και να διαγραφεί η υποχρέωση του ΠΙΙΕΤ αναδρομικά από το 2010 καταβολής εισφοράς 5% επί των ακαθάριστων εσόδων του ΠΙΙΕΤ.
Όλα αυτά η Διοικούσα Επιτροπή του ΠΙΙΕΤ τα αγνόησε, ουδέν έπραξε και εκ των προτέρων και χωρίς καμία συζήτηση και προσπάθεια, κατέληξε στην απόφαση τόσο να πληρώσει το υπέρογκο επιδικασθέν ποσό των 4 εκατομμυρίων ευρώ, όσο και να διατηρήσει το 5% εισφοράς επί των ακαθαρίστων υπέρ της Αποστολικής Διακονίας. Όλα αυτά εξετέθησαν σε άρθρο του εντεταλμένου δημοτικού συμβούλου για το ΠΙΙΕΤ κ. Μανώλη Σώχου, το οποίο δημοσιεύθηκε στο tinostoday.gr.
Προκειμένου όμως να γίνει η καταβολή των 4 εκατομμυρίων ευρώ από το ΠΙΙΕΤ στην Αποστολική Διακονία σε δόσεις, με ρύθμιση και όχι άμεσα, γιατί αυτό ήταν αδύνατο, έπρεπε να υπάρξει ρητή διάταξη νόμου, που να επέτρεπε τέτοιο διακανονισμό, καθότι τόσο η Αποστολική Διακονία, όσο και το ΠΙΙΕΤ είναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και υπάγονται στο δημόσιο λογιστικό και έτσι είναι απαραίτητο να υπάρξει ειδική ρύθμιση, γιατί καμία διαχειριστική ή διοικούσα επιτροπή των νομικών αυτών προσώπων δεν μπορεί να τα δεσμεύσει για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς ρητή διάταξη νόμου.
Κατόπιν τούτων συνήλθαν οι νομικοί σύμβουλοι του Υπουργείου Οικονομικών, της Εκκλησίας της Ελλάδος, της Αποστολικής Διακονίας και του ΠΙΙΕΤ και κατέληξαν σε μία διάταξη, την οποία πρότειναν στον υπουργό, κ. Βεσυρόπουλο, ο οποίος την κατέθεσε στη Βουλή προς ψήφιση και αυτή είναι, το άρθρο 90 του Ν. 4714/2020. Προβλέπει ότι τα εκκλησιαστικά ΝΠΔΔ του άρθρου 1 του Ν. 590/1977 (Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος), που έχουν μεταξύ τους οφειλές και απαιτήσεις, να διακανονίζουν τις οφειλές αυτές και σε δόσεις.
Επιπλέον, πρέπει να αναφερθεί ότι το ΠΙΙΕΤ ως ΝΠΔΔ υπόκειται στον Κώδικα Δημόσιου Λογιστικού, όπου στο άρθρο 40 ορίζεται ότι «συμβάσεις δια των οποίων δημιουργούνται υποχρεώσεις του νομικού προσώπου δεν δύναται να συνομολογηθούν εφ’ όσον δεν προβλέπονται υπό των διεπουσών τούτο γενικών ή ειδικών διατάξεων».
Οι νομικοί σύμβουλοι έκαναν λάθος στην προτεινόμενη διάταξη προς την κυβέρνηση και χωρίς να το καταλάβουν δεν συμπεριέλαβαν το ΠΙΙΕΤ. Θεώρησαν ότι το ΠΙΙΕΤ είναι εκκλησιαστικό Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, ενώ αυτό δεν είναι Εκκλησιαστικό Ίδρυμα και εξαιρείται από αυτά (άρθρο 66 παρ. 1 του ιδίου νόμου 590/1977), καθεστώς που επαναφέρθηκε με το άρθρο 48 παρ. 3 του Ν. 4521/2018, «Των περί εκκλησιαστικών ιδρυμάτων και ιερών προσκυνημάτων διατάξεων του παρόντος νόμου (Ν. 590/1977) εξαιρείται το Πανελλήνιον Ιερόν Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου, το οποίον διέπεται υπό των διατάξεων του Ν. 349/1976 “περί διοικήσεως του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου». Έτσι το ΠΙΙΕΤ ΔΕΝ υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής της ρύθμισης αυτής, δηλαδή του άρθρου 90 του Ν. 4714/2020, και οποιαδήποτε ρύθμιση είναι παράνομη πράξη και επισύρει ευθύνες σε αυτούς που την αποφασίζουν.
Όταν λοιπόν στις 7 Ιανουαρίου 2021 η ΔΕ του ΠΙΙΕΤ συνήλθε για να αποφασίσει να υπογράψει τη σύμβαση ρύθμισης με την Αποστολική Διακονία, ο Δήμαρχος Τήνου κ. Γιάννης Σιώτος ζήτησε και προσεκλήθη από την ΔΕ του ΠΙΙΕΤ και εξήγησε στα μέλη της ΔΕ, ότι η όποια υπογραφή σύμβασης ρύθμισης είναι παράνομη, γιατί δεν υπάρχει ρητή αναφορά στο νόμο για το ΠΙΙΕΤ και ότι αν αυτή υπογραφεί, τότε τα μέλη της ΔΕ του ΠΙΙΕΤ έχουν ευθύνες. Μόνη επομένως λύση είναι η προτεινόμενη από το Δήμο Τήνου, τροπολογία Αλιβιζάτου. Προσπάθησε δηλαδή ο Δήμαρχος αφενός μεν να προστατεύσει το ΠΙΙΕΤ, αφετέρου να προστατεύσει τους Τήνιους συμπολίτες μας, μέλη της Διοικούσας Επιτροπής του, τα οποία εκαλούντο να αποφασίσουν για την υπογραφή μίας παράνομης σύμβασης. Όλα αυτά είχαν αναφερθεί και σε Δελτία Τύπου του Δημάρχου Τήνου, σε προγενέστερο χρόνο.
Παρόλα αυτά η ΔΕ του ΠΙΙΕΤ αποφάσισε να υπογραφεί η σύμβαση ρύθμισης, με δύο μέλη τον Ιωάννη Κοντοφριό και τον Μιλτιάδη Πρωτοπαπά που κατεψήφισαν, υποστηρίζοντας έμπρακτα την έννομη τάξη.
Αυτή η απόφαση δεν θεραπεύει την μη τήρηση του νόμου και των διαδικασιών και δεν βασίζεται στο νόμο, προσβάλλεται δε ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ανώτατο δημοσιονομικό δικαστήριο).
Τελικά, η σύμβαση ρύθμισης υπεγράφη τον Φεβρουάριο 2021 και το ΠΙΙΕΤ άρχισε να πληρώνει την Αποστολική Διακονία από χρήματα που δεν έχει, ρευστοποιώντας τα τελευταία διαθέσιμά του σε χρυσό.
Η μη τήρηση των νόμων από τους διοικούντες το ΠΙΙΕΤ, συνεχίστηκε όταν στις 20 Ιανουαρίου 2021 το τακτικό μέλος της ΔΕ κ. Ιωάννης Κοντοφριός, ζήτησε αντίγραφο των πρακτικών της συνεδρίασης της 7ης Ιανουαρίου 2021 που όπως προαναφέρθηκε, η ΔΕ αποφάσισε κατά πλειοψηφία την υπογραφή της σύμβασης ρύθμισης. Οι διοικούντες το ΠΙΙΕΤ αρνήθηκαν έμπρακτα να δώσουν το αντίγραφο των πρακτικών και αφού παρήλθε ο χρόνος που προβλέπεται στον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, ο κ. Κοντοφριός προσέφυγε στην κ. Εισαγγελέα Σύρου, ζητώντας την συνδρομή της για την εφαρμογή του νόμου. Η κ. Εισαγγελέας με έγγραφο «κόλαφο» προς τους Διοικούντες, τους διέταξε να δώσουν τα πρακτικά και επιπλέον ανέφερε και τον λόγο «διότι έχει έννομο συμφέρον», αποδοκιμάζοντας την παράνομη άρνηση χορήγησης αντιγράφου των πρακτικών προς τους διοικούντες. Εύλογα ερωτήματα προκύπτουν ποιος ήταν ο λόγος της άρνησης αυτής, όταν μάλιστα όπως υπενόησε η κ. Εισαγγελέας, αυτή ήταν αντίθετη στον νόμο.
Οι προθέσεις όμως της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος διεφάνησαν με σαφή τρόπο σε επιστολή που υπογράφεται από τον Γενικό Διευθυντή της και απευθύνεται στον Πρόεδρο του ΠΙΙΕΤ, Μητροπολίτη Σύρου (αριθμ. πρωτ. 1515/05-07-2021). Στην επιστολή αυτή, η Αποστολική Διακονία επιδιώκοντας να αναγνωριστεί ως πλήρης κύριος των 5 στρεμμάτων που παραχωρήθηκαν από το ΠΙΙΕΤ και κυρίως δε επί των κτιρίων της Ιερατικής Σχολής, επιπλέον δε να επεκτείνει την κυριότητά της και επί του υπολοίπου τμήματος της όμορης έκτασης 2,5 στρεμμάτων, την κυριότητα της οποίας έχει το ΠΙΙΕΤ, προτείνει επιχειρηματικό σχέδιο δήθεν αξιοποίησης των κτιρίων και της εκτάσεως αυτής.
Η πρόταση αυτή, η οποία είναι γενική και άνευ αξίας αναφέρεται σε δημιουργία αίθουσας συνεδρίων-σεμιναρίων με οπτικοακουστικά μέσα, καθώς και ξενοδοχείου επισκεπτών, κυρίως ιερωμένων, τουλάχιστον 40 δωματίων και 4 δωματίων για υψηλούς προσκεκλημένους.
Η πρόταση αυτή είναι πρόχειρη και άνευ αξίας, καθότι κανένα από τα δύο μέρη, δηλαδή η Αποστολική Διακονία και το ΠΙΙΕΤ:
1. Δεν έχουν τα οικονομικά μέσα προκειμένου να πραγματοποιήσουν την επένδυση αυτή, αλλά όπως αναφέρει η πρόταση θα τα αναζητήσουν από άλλους φορείς.
2. Τόσο για την Εκκλησία της Ελλάδος, όσο και για το ΠΙΙΕΤ δεν υπάρχει το νομικό υπόβαθρο, να αναλάβουν επιχειρηματικές δραστηριότητες, όπως για παράδειγμα η Εκκλησία της Κύπρου.
3. Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι βρίσκονται τα χρήματα για την επένδυση, η κάλυψη των λειτουργικών εξόδων αλλά και οι δαπάνες συντήρησης των εγκαταστάσεων αυτών, αποτελεί επιχειρηματική δραστηριότητα, η οποία με το παρόν νομικό καθεστώς δεν επιτρέπεται να ασκείται, ιδιαίτερα από το ΠΙΙΕΤ που είναι μη κερδοσκοπικό ίδρυμα.
4. Τόσο η αίθουσα σεμιναρίων – συνεδρίων όσο και το ξενοδοχείο με τις υπηρεσίες που αναγράφονται, υπάρχουν στην Τήνο (αίθουσα του Ιδρύματος Τηνιακού Πολιτισμού, Μοσχούλειος Σχολή κ.λπ.), καθώς και πάρα πολλά ξενοδοχεία αυτών των προδιαγραφών.
Είναι τόσο πρόχειρη η πρόταση αυτή και προφανής ο λόγος για τον οποίο συνετάγη, ώστε ο ίδιος ο συντάκτης της, Γενικός Διευθυντής της Αποστολικής Διακονίας, κ. Αγαθάγγελος, δεν είναι σίγουρος για την υλοποίηση του σχεδίου αυτού και εξ υπαρχής αναφέρει στην επιστολή αυτή, ότι στην περίπτωση που δεν είναι δυνατή η υλοποίηση της επένδυσης αυτής και την οποία ονομάζει «Ακαδημία» θα πρέπει να συζητηθεί και άλλη λύση.
5. Το ΠΙΙΕΤ είναι ίδρυμα, δηλαδή σύνολο περιουσίας προς εξυπηρέτηση των σκοπών του. Όταν λοιπόν εντελώς απαράδεκτα, παραχωρεί περιουσία του σε άλλους ή σε κοινοπρακτικά σχήματα, αποστερείται της περιουσίας αυτής και τίθεται σε κίνδυνο αυτή καθαυτή η ύπαρξή του.
Κάποιος πρέπει να πει στον κ. Αγαθάγγελο αλλά και στη Διοίκηση της Εκκλησίας της Ελλάδος, ότι πριν υποβληθούν τέτοια σχέδια πρέπει να ζητήσουν τις απόψεις των νομικών, ώστε να τους εξηγήσουν ότι ο νόμος δεν το επιτρέπει. Ειδικώς το ΠΙΙΕΤ που είναι Ευαγές Εθνικό Καθίδρυμα, κατά την πάγια νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, δεν ανήκε στον ΟΔΕΠ και σήμερα στην ΕΚΥΟ (οργανισμοί εκκλησιαστικής περιουσίας) και συνεπώς δεν μπορεί η Διοίκηση της Εκκλησίας να αποφασίζει για το ΠΙΙΕΤ, αντίθετα δε η Αποστολική Διακονία θα πρέπει να επιστρέψει την παραχωρηθείσα έκταση 5 στρεμμάτων στο ΠΙΙΕΤ, αφού έπαυσε ο σκοπός για τον οποίο αυτή η έκταση παραχωρήθηκε, δηλαδή η λειτουργία του Ανωτέρου Φροντιστηρίου – Ιερατικής Σχολής.
Ειδικώς για το ξενοδοχείο των ιερωμένων που θα είναι ανταγωνιστικό των ήδη υπαρχόντων ξενοδοχείων της πόλεως της Τήνου, ουδεμία πρόσοδο θα έχει για το ΠΙΙΕΤ, αλλά και για την Αποστολική Διακονία, που θα κληθούν να καλύπτουν τα λειτουργικά έξοδα και τις δαπάνες συντήρησής του.
Συνεπώς την επένδυση αυτή ακόμα και αν υπήρχε το νομικό υπόβαθρο δεν την έχει ανάγκη η Τήνος και η πρόταση αυτή αποδεικνύει γενικότερα ότι η Διοίκηση της Εκκλησία της Ελλάδος δεν έχει γνώση της πραγματικής κατάστασης στην Τήνο, αλλά δεν έχει και εικόνα τι θέλει ο λαός, ο οποίος πρόσφατα με αγώνες 4 ετών, 2014-2018, επεδίωξε και πέτυχε το ΠΙΙΕΤ να αποτελεί Κοινωφελές Ίδρυμα με θρησκευτικό χαρακτήρα, ανεξάρτητο και αυτόνομο, διοικούμενο από Τήνιους, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη του νησιού. Τον αγώνα δε αυτό αναγνώρισε το ανώτατο δικαστήριο της χώρας μας, το Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο σε μείζονα Ολομέλεια και ομόφωνα (ΟλΣτΕ 1753/2019, 1754/2019 και 1755/2019) απέρριψε τις προσφυγές της Διοίκησης της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Μητροπολίτη Σύρου, δικαιώνοντας τα 200 χρόνια ιστορίας του ΠΙΙΕΤ, τους αγώνες του Δήμου Τήνου και του τηνιακού λαού.
Γιάννης Π. Αλαβάνος
Δικηγόρος